ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ & ΕΡΓΟ

της Δώρας Φ. Μαρκάτου

Ο Μεμάς γεννήθηκε και ανδρώθηκε μέσα σε μια ιδιαίτερα ταραγμένη περίοδο της ελληνικής ιστορίας που σφράγισε τον χαρακτήρα του και το έργο του. Γεννήθηκε το 1940 στο χωριό Πετρικάτα στην περιοχή της Θηναίας Κεφαλληνίας. Μεγάλωσε και ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στην Πάτρα, όπου εγκαταστάθηκε η οικογένειά του. Εκεί, από το 19573, πήρε και τα πρώτα μαθήματα σχεδίου κοντά στον ζωγράφο και αγιογράφο Γεώργιο Παπαδημητρίου, ο οποίος είναι γνωστός με το ψευδώνυμο Φάων και από τους μαθητές του περιγράφεται ως προικισμένος δάσκαλος.(4)

Συστηματικά σπούδασε γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (ΑΣΚΤ) στην Αθήνα, στην οποία γράφτηκε κανονικά το ακαδημαϊκό έτος 1960-1961(5), ενώ από το εαρινό εξάμηνο του τετάρτου έτους (1963-1964) και μέχρι το έκτο έτος σπουδών (1965-1966) γραφόταν δωρεάν, πιθανότατα λόγω υψηλής επίδοσης. Βράβευσή του πάντως μαρτυρείται το ακαδημαϊκό έτος 1964-1965, όταν του απονεμήθηκε έπαινος στη σύνθεση.(6) Αποφοίτησε το 1965-66, με δίπλωμα γλυπτικής, το οποίο εκδόθηκε στις 23 Οκτωβρίου 1968 με αύξοντα αριθμό 1021.(7)(εικ. 7, 8, 9)

 
Εικόνα 7
Εικόνα 8
Εικ. 7 -8: Ο Μεμάς σπουδαστής.
Εικόνα 9
Εικ. 9 Αντιγραφο του Διπλώματος του Μεμά, Αρχείο ΑΣΚΤ, πτυχία α/α 789-1138.
Εικόνα 10
Εικ. 10 Ο Μεμάς (πρώτος αριστερά) με συσπουδαστες και συσπουδάστριές του.
 

Κατά τη διάρκεια των σπουδών του δύο ήταν τα εργαστήρια γλυπτικής στην Α.Σ.Κ.Τ: Το A’ Εργαστήριο του Γιάννη Παππά (1913-2005), ο οποίος ήταν και διευθυντής του Ιδρύματος από το 1959 έως το 1969, και το Β’ Εργαστήριο του Θανάση Απάρτη (1899-1972)(8).

Και οι δύο γλύπτες συγκαταλέγονται στους πιο μεγάλους δασκάλους της νεοελληνικής γλυπτικής στην κατεύθυνση του πλαστικού ρεαλισμού αλλά και στην κατεύθυνση ενός συγκρατημένου διαλόγου με τη μοντέρνα τέχνη κυρίως του πρώτου και με την αρχαία τέχνη και μάλιστα την αρχαϊκή κυρίως του δεύτερου. Ο Μεμάς στο πρώτο έτος παρακολούθησε το εργαστήριο του Παπά, αλλά από το δεύτερο έτος, μετά την εκλογή του Απάρτη και την ανάληψη της ευθύνης για το Β’ Έργαστήριο, προτίμησε το εργαστήριο του Απάρτη, το οποίο σταθερά παρακολουθούσε όπως και οι συμφοιτητές του, Νικηφόρος Κουβαράς(9) και Γιάννης Καγιώργης(10) (εικ. 10)(11). Ο Απάρτης αναγνωριζόταν ως προικισμένος δάσκαλος.(12) Πόσο ευεργετική ήταν η διδασκαλία του Απάρτη και η ελευθερία που επέτρεπε στους σπουδαστές του για τη διαμόρφωση του Μεμά ως γλύπτη θα αντιληφθούμε παρακάτω, όταν θα εξετάσουμε το έργο του. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του ο Μεμάς παρακολούθησε ακόμη δύο εργαστήρια: της Μαρμαροτεχνίας, το οποίο ιδρύθηκε το 1945 και στο οποίο δίδασκε ως επιμελητής ο Γιώργος Ματαράγκας(13) (1912-1996), και της χαλκοχυτικής, το οποίο ιδρύθηκε το 1956-57, και στην επιτυχία της κατάρτισης των σπουδαστών του συνέβαλε τα μέγιστα ο Νίκος Κερλής.(14) Τέλος, Ιστορία της Τέχνης διδάχθηκε από τον Παντελή Πρεβελάκη και Καλλιτεχνική Ανατομία από τον Αποστολάκη.

Τη δεκαετία του ’60 που σπούδαζε ο Μεμάς, η ΑΣΚΤ βρισκόταν μέσα «στη δίνη του μετεμφυλιακού κλίματος», όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Νίκος Δασκαλοθανάσης(15). Ωστόσο, σημειώθηκαν σοβαρές αλλαγές, με την έκδοση σειράς νόμων και διαταγμάτων που αφορούσαν στη λειτουργία και στη δομή της, και συνέβαλαν, ώστε μετά και την ίδρυση του συλλόγου των φοιτητών το 1959, να διαμορφωθεί ένα κλίμα έντονης πολιτικής κινητικότητας(16), που δίχως άλλο συνέβαλε και στη διαμόρφωση της κοινωνικής και εικαστικής συνείδησης του Μεμά, ο οποίος διετέλεσε και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΦΕΕ.

Ο Μεμάς πρωτοεμφανίστηκε στην καλλιτεχνική σκηνή το 1965 σε ατομική έκθεσή του στη Δημοτική Πινακοθήκη Πατρών και μέχρι σήμερα έχει οργανώσει αρκετές ατομικές και έχει συμμετάσχει σε πολλές ομαδικές εκθέσεις κυρίως στην Ελλάδα(17). Μετά από αρκετά χρόνια άσκησης της γλυπτικής ως ελεύθερος καλλιτέχνης, εγκαταστάθηκε γύρω στο 80(18) στη γενέτειρά του, όπου ζει και εργάζεται μέχρι σήμερα, ασχολούμενος με τη γλυπτική και τη χύτευση αλλά και με τη ζωγραφική. Μου δόθηκε ευκαιρία και άλλη φορά να αναφερθώ στη σημασία που έχει η εγκατάστασή του στην περιφέρεια. (19 )Γενικά η ενεργή παρουσία εικαστικών καλλιτεχνών και ιδιαίτερα γλυπτών έχει αποφασιστική σημασία για τον τόπο και τη διαμόρφωση της φυσιογνωμίας του. Ο Μεμάς, αναλαμβάνοντας πολλές παραγγελίες κυρίως για γλυπτά σε δημόσιους χώρους, συμβάλλει στη διαμόρφωση τόσο του αστικού τοπίου όσο και της υπαίθρου. Έτσι γίνεται συνεχιστής μιας μακράς παράδοσης στην Κεφαλονιά, να τοποθετούνται σε δημόσιους χώρους σημαντικά έργα τέχνης από καταξιωμένους δόκιμους γλύπτες, πρακτική που σήμερα είναι περισσότερο από ποτέ απαραίτητη: ο τόπος έχει χάσει την ιστορική του φυσιογνωμία από ιδιοτροπία της φύσης, ενώ η απληστία των ανθρώπων σε συνδυασμό με την παντελή αδιαφορία για την αισθητική κακοποιεί βάναυσα το ούτως ή άλλως αδύναμο τσιμεντένιο δομημένο περιβάλλον. Αν λάβουμε υπόψη μας και την άκριτη αποδοχή οποιασδήποτε πρότασης που δεν έχει σχέση με την πραγματική τέχνη, τότε μπορεί να εκτιμήσει κανείς τη σημασία που έχει η παρουσία του Μεμά στην Κεφαλονιά για την αισθητική παιδεία του πολίτη μέσα από την ανίδρυση γλυπτών που τιμούν το όνομά τους.

Ο Μεμάς ενδιαφέρθηκε και για το θέατρο και ειδικά την αρχαία τραγωδία, μία δραστηριότητα που βρίσκεται σε άμεση σχέση με τη γλυπτική του, όπως θα αναφερθεί και παρακάτω. Συγκεκριμένα ίδρυσε την «Κεφαλονίτικη Εταιρία Καλλιτεχνικής Αναζήτησης» και στο διάστημα 1992-1997(20) ανέβασε τις τραγωδίες του Αισχύλου «Χοηφόροι», «Αγαμέμνων», «Ευμενίδες» καθώς και το έργο του Γιάννη Ρίτσου «Αγαμέμνων»(21). Ο ίδιος ανέλαβε τη διδασκαλία των έργων, τα σκηνικά και τα κοστούμια. Το πάθος του Μεμά με τη βοήθεια άξιων ερασιτεχνών ηθοποιών έφερε θετικά αποτελέσματα και προσείλκυσε το ενδιαφέρον του κοινού. Η ενασχόλησή του με το θέατρο θα μπορούσε να εκληφθεί ως ένα απλό intermezzo στη μακρά καλλιτεχνική του πορεία, αν αυτή η δραστηριότητα, σε συνδυασμό με την ιδιότητα του γλύπτη και του ζωγράφου, δεν συνέβαλλε στη διαγραφή της προσωπικότητάς του ως ενός ολοκληρωμένου καλλιτέχνη στα χνάρια του πολυπράγμονος Επτανησίου αλλά και του σύγχρονου εικαστικού καλλιτέχνη, στις προεκτάσεις της μοντέρνας τέχνης που έχει καταρρίψει τα στεγανά μεταξύ των τεχνών.

Για ένα μικρό διάστημα (1982-1984), δοκίμασε τις ικανότητές του και στη διδασκαλία, διδάσκοντας σχέδιο και ζωγραφική στη ΝΕΛΕ Κεφαλληνίας. Τίποτε, όμως, δεν μπόρεσε να τον αποσπάσει από το καθαυτό έργο του, τη γλυπτική, τη λάξευση της πέτρας και του μαρμάρου, και προπαντός τη χύτευση και τη δημιουργία ορειχάλκινων έργων. Έτσι, μετά και τον θάνατο της Ελένης, της άξιας συντρόφου του (εικ.11,12), αποσύρθηκε από την κοινωνική σκηνή και ασχολείται με την τέχνη του και την οργάνωση του Μουσείου που φιλοξενεί ήδη τα έργα του και που θα λειτουργεί ως ίδρυμα. Η διαρκής έκθεση των έργων του και οι δραστηριότητες που το ίδρυμα θα αναπτύσσει μπορούν να γίνουν μία εστία αισθητικής παιδείας και προβληματισμού. Αρκεί να το αγκαλιάσουν οι ειδικοί, οι εκπαιδευτικοί όλων των βαθμίδων και το ευρύ κοινό.

Εικόνα 11
Εικ. 11. «Η Ελένη»
Εικόνα 12
Εικ. 12. Ο Μεμάς με την Ελένη στη Ρώμη.

ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΕΜΑ ΚΑΛΟΓΗΡΑΤΟ

 

"Μεμάς ο Καλός Φίλος" του Πέτρου Πετράτου

Τον συναντάς στο δρόμο, στο καφενείο, σε ανοικτές εκδηλώσεις και δεν υποψιάζεσαι πως αυτός είναι ο γνωστός και καταξιωμένος πανελλαδικά γλύπτης Μεμάς Καλογηράτος. Γιατί ο Μεμάς είναι απλός και καταδεκτικός άνθρωπος. Δεν κουβαλάει τα «σημάδια» του φτασμένου και τις αδυναμίες του «κουλτουριάρη». Απόλυτα προσγειωμένος και κατασταλαγμένος, μπορεί και συνδιαλέγεται με κάθε κατηγορίας συμπολίτη του, αλλά και ο τελευταίος μπορεί να κάνει παρέα μαζί του, χωρίς να νιώθει μειονεκτικά.

Γι’ αυτόν τον Μεμά θα γράψω: για τον άνθρωπο, για τον πολίτη Μεμά και όχι για τον Μεμά καλλιτέχνη, καθώς δεν είμαι ειδικός. Η συναναστροφή μου μαζί του 30 περίπου χρόνια τώρα μου δίνει το «δικαίωμα» να μιλήσω με σιγουριά για τον άνθρωπο και τον πολίτη Μεμά, καθώς αμέτρητες οι συναντήσεις και οι συζητήσεις μαζί του, πολλές οι περιηγήσεις στις φυσικές ομορφιές, στα αρχαιολογικά κατάλοιπα και στους ιστορικούς τόπους του νησιού μας, αρκετές οι συνεργασίες μαζί του.

Θα το πω από την αρχή και χωρίς περιστροφές:

Απλός και λιτός είναι ο Μεμάς ως άνθρωπος, σχεδόν δωρικός θα έλεγα – γνωρίσματα εξάλλου που έχουν «μετακενωθεί» στα ίδια τα γλυπτά του δημιουργήματα, όπως άλλωστε έχουν γράψει οι ειδικοί. Και όντας λιτός και απλός, δίνει ιδιαίτερη σημασία στα απλά πράγματα, καθώς η ίδια η ζωή τού έχει μάθει τη μεγαλοσύνη των καθημερινών ανθρώπων και των καθημερινών πραγμάτων.

Ευαίσθητος κοινωνικά και ενεργός πολιτικά είναι ως πολίτης ο Μεμάς. Μόνο που η κοινωνικότητά του αυτή δεν είναι θορυβώδης και η πολιτική του ενασχόληση δεν είναι επιδεικτική αντίθετα, είναι μαχητική και ταυτόχρονα διακριτική. Ποτέ δε δημοσιοποίησε, για παράδειγμα, την ουσιαστική συμμετοχή στο Δ.Σ. της ΕΦΕΕ, στις αρχές της ταραγμένης δεκαετίας του 1960 και τις διώξεις που είχε υποστεί.

Και ως σύνθεση όλων των παραπάνω – όσο κι αν φαίνεται αυτό οξύμωρο – είναι μοναχικό άτομο ο Μεμάς – όχι με την έννοια της άρνησης της κοινωνίας ή της ηθελημένης απομόνωσης, αλλά με τη διαλεκτική σημασία των όρων “μοναξιά” (: η δυνατότητα να μπορείς ν’ ακούσεις το βουητό του κόσμου), ή “μοναχικό άτομο” (: αυτός που συνδιαλέγεται με τη φύση ολόκληρη και την κοινωνία ολάκερη). Άλλωστε, η μοναξιά είναι γνώρισμα κάθε αληθινού καλλιτέχνη.

Χαρακτηριστική απόδειξη όλων των παραπάνω αποτελεί, νομίζω, η μόνιμη εγκατάστασή του στο γενέθλιο νησί του, την Κεφαλονιά. Και τούτο γιατί αυτή η μετακίνηση έγινε σε μια περίοδο που ο Μεμάς βρισκόταν στην ακμή της καλλιτεχνικής του δραστηριότητας και έγινε από τη γεμάτη καλλιτεχνική ζωή και ζύμωση αθηναϊκή πρωτεύουσα σ’ ένα νησιωτικό χώρο που τότε (1980) δεν παρουσίαζε κάποια ζηλευτή πνευματικότητα ή κάποια ξεχωριστή καλλιτεχνική κινητικότητα. Άφησε το κέντρο το καλλιτεχνικό, για να εγκατασταθεί μόνιμα σ’ έναν τόπο της περιφέρειας. Αν και διακυβευόταν το καλλιτεχνικό του μέλλον, τόλμησε να υπερβεί τα «εσκαμμένα», για να ζήσει μια πιο απλή, πιο φυσική, πιο ανθρώπινη ζωή με τη γυναίκα του, κοντά στη φύση, που πάντα αγαπούσε, αγαπά και θαυμάζει, κοντά στον απλό, καθημερινό άνθρωπο της επαρχίας και μακριά ενδεχομένως από τις καλλιτεχνικές ή «κουλτουριάρικες» ομαδοποιήσεις του κέντρου.

Έτσι, λοιπόν, «εξαιτίας» εκείνου του ερχομού και της μόνιμής του εγκατάστασης στην Κεφαλονιά, γνωριστήκαμε με τον Μεμά και από τότε καλά κρατεί η φιλία μας.

Μέσα από τις κατά καιρούς συνεργασίες μας σε διάφορα θέματα έχει καταγραφεί η εργατικότητα και η συνέπειά του στο καθετί που ανελάμβανε, έτσι ώστε οι υπόλοιποι της ομάδας να είμαστε σίγουροι για την αποτελεσματικότητα της συμμετοχής του. Η θετική του σκέψη πάντα μας ήταν χρήσιμη και η δράση του πολύτιμη. Όντας βαθιά πεισμένος στην αναγκαιότητα του ομαδικού, του συνεργατικού πνεύματος, γινόταν την ώρα της κριτικής αυστηρότατος κριτής της ανευθυνότητας και της ασυνέπειας, παρ’ όλο που κατά τη διάρκεια υλοποίησης κάποιων κοινών αποφάσεων έδειχνε ανεκτικός προς τους άλλους. Βέβαια,χωρίς ο ίδιος να το καταλαβαίνει και να το παραδέχεται, υπήρχαν φορές που γινόταν υπερβολικός ή και άδικος, καθώς δεν έκρινε σφαιρικά και διαχρονικά πρόσωπα και καταστάσεις, εμμένοντας μόνο στη συγκεκριμένη περίπτωση. Αλλά κι αυτή η εμμονή του φανέρωνε την αγωνία του να υλοποιηθεί σωστά η κοινή απόφαση.

Θαύμαζα, πάντως, την υπομονή και επιμονή του, την τόλμη και αποφασιστικότητά του, τη μεθοδικότητα, με την οποία «κατέστρωνε» το πρόγραμμα υλοποίησης μιας προσωπικής του ή μιας συλλογικής απόφασης. Ποτέ δεν το φόβισε ο όγκος της δουλειάς, ποτέ δεν άφησε στη μέση κάποια υπόθεση. Και αυτή η τόλμη του στις πρακτικές δουλειές πρόδιδε την τόλμη του στην έκφραση της άποψής του. Ποτέ δε δίσταζε να διατυπώνει την άποψή του. Την έλεγε θαρρετά κι ας γνώριζε πως θα γινόταν αντιπαθής, κι ας γνώριζε πως ενδεχομένως θα έχανε την «παραγγελία» - γιατί συνέβησαν και τέτοια περιστατικά.

Από τα κύρια ενδιαφέροντά του παραμένει ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός. Έχοντας εντρυφήσει στην αρχαιοελληνική τέχνη και μελετήσει την αρχαιοελληνική σκέψη και φιλοσοφία, πάντα του άρεσε στις συναντήσεις μας να συζητάμε τέτοια θέματα. Δε σταματά να διαβάζει σχετικά άρθρα και βιβλία και να προκαλεί σχετικές συζητήσεις. Πάντως, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που η αρχαιοελληνική μυθολογία και ιστορία του έδωσαν τα ερεθίσματα στη γλυπτική και ζωγραφική του ενασχόληση.

Αλλά υπάρχει και ένας άλλος μίτος που έφερε σ’ επαφή τον Μεμά με την αρχαιοελληνική σκέψη. Ο κεφαλονίτης γλύπτης καταπιάστηκε για μια ολόκληρη περίοδο με το ανέβασμα αρχαίας ελληνικής τραγωδίας. Εγχείρημα δύσκολο και μάλιστα σε μικρή επαρχιακή πόλη, όπως είναι το Αργοστόλι, το υπηρέτησε όμως με συνέπεια και ευθύνη. Συγκρότησε τη θεατρική ομάδα και ανέλαβε ο ίδιος τη σκηνοθεσία και τα σκηνικά. Οι γνώσεις του αλλά κυρίως η αγάπη του προς το αρχαίο ελληνικό θέατρο, το μεράκι και η ανιδιοτέλεια ήταν εκείνα που του έδωσαν τη δύναμη να ανεβάσει τελικά σημαντικές τραγωδίες («Αγαμέμνων», «Ικέτιδες» κ.ά).

Και δεν ήταν, νομίζω, τυχαίο που διάλεξε την αρχαία ελληνική τραγωδία. Γνώριζε ο Μεμάς ότι αυτά τα θεατρικά κείμενα εμπεριέχουν τον αγώνα της αρχαίας Αθήνας για την εγκαθίδρυση και σταθεροποίηση του δημοκρατικού πολιτεύματος, ότι τα νοήματα που κουβαλούν οι στίχοι τους βοηθούν και το σημερινό άνθρωπο να σκέφτεται και να διαλέγεται με τον κοινωνικό περίγυρο, να κρίνει και να κατακρίνει την εξουσία, να επιμένει και να τολμά, να απαιτεί και να επαναστατεί.

Ωστόσο, και η νεότερη ιστορία, κυρίως πρόσωπα που έδρασαν και γεγονότα που συνέβησαν σε ιστορικά μεταίχμια, δεν είναι έξω από τα ενδιαφέροντα του Μεμά. Άλλωστε, έχει φιλοτεχνήσει κυρίως προτομές προσωπικοτήτων της νεότερης Ελλάδας και ιδιαίτερα από το χώρο του λαϊκού κινήματος. Εντυπωσιακές είναι οι συνθέσεις του αναφορικά με την Εθνική Αντίσταση. Ας σημειωθεί εδώ ότι σε ηλικία μόλις έξι χρόνων έγινε μάρτυρας της πυρπόλησης του πατρικού του σπιτιού από τις τοπικές μετακατοχικές παρακρατικές ομάδες, γεγονός που έχει χαραχθεί στη μνήμη του. Ο ίδιος πάντως από τη δεκαετία του 1960 και μετά κινείται μες στο λαϊκό κίνημα, έχοντας τη δική του συμβολή στους σύγχρονους αγώνες του λαού μας.

Έντονο είναι το ενδιαφέρον του Μεμά για τη λαϊκή αρχιτεκτονική του νησιού. Στις συναντήσεις μας πάντα μιλούσε με σεβασμό για τους λαϊκούς μαστόρους. Με θυμό και αγανάκτηση αντιμετώπιζε τις σύγχρονες παρεμβάσεις που αλλοίωναν την παραδοσιακή φυσιογνωμία. Ο ίδιος, ερχόμενος για τη μόνιμη εγκατάστασή του στην Κεφαλονιά, έκτισε ένα νεοκλασικό σπίτι στα Μαζαρακάτα, λίγο έξω από το Αργοστόλι, πραγματικό διαμάντι, για να στεγάσει τη ζωή και την τέχνη του, αποφεύγοντας σύγχρονες ισοπεδωτικές αρχιτεκτονικές αντιλήψεις ή «κιτσάτες» νεοελληνικές καρικατούρες. Και μέσα από αυτή την ενέργειά του ήθελε να δηλώσει την προσήλωσή του στην παράδοση και την υποχρέωσή μας να την υπερασπιστούμε.

Ο καλός φίλος Μεμάς, όπως είναι ένας επιδέξιος πλάστης του χαλκού και της πέτρας, έτσι έχει καταστεί επιδέξιος πλάστης της παρέας μας αλλά και της καθημερινότητάς μας χρόνια τώρα. Έχοντας συμβάλει με τη γλυπτική του στην ευαισθητοποίηση του ανθρώπου για τα τεκταινόμενα, έτσι και με τις παρεμβάσεις του στις φιλικές συναντήσεις και συζητήσεις μας συμβάλλει στο μπόλιασμά μας με αντισώματα για την επαναπροσέγγιση του «ανθρώπινου μέτρου» και την επανακατάκτηση της απλότητας και αμεσότητας. Τον ευχαριστούμε ολόψυχα.

 

"Μεμάς Καλογηράτος" του Διονύση Γεωργόπουλου

Να γράψω δυο κουβέντες για το Μεμά Καλογηράτο. Για το έργο του δεν έχω τις γνώσεις ούτε επιδιώκω να κάνω ανάλυση καλλιτεχνική. Δεν κρύβω όμως την πεποίθηση ότι στο έργο του διοχετεύεται η προσωπικότητα του Μεμά.

Άνθρωπος ανήσυχος, ενίοτε μονόχνοτος (sic) και συσπρόσιτος για τους πολλούς, πάντα ευθύς και αιχμηρός όπου χρειάστηκε. Λαϊκός, θυμόσοφος: με το φαγητό, το κρασί και τη μικρή παρέα να τροφοδοτούν όμορφες στιγμές και ανυπέρβλητους διαλόγους. Τορνεμένος από την πείρα χρόνων δύσκολων από αγώνες και προσπάθειες που συχνά έβλεπε να γκρεμίζονται στην πορεία. Και πάντα συνέχιζε. Συνέχιζε να δημιουργεί. Όχι μόνο στο χυτήριο αλλά και στη ζωή του. Τον έφτασα στο χτήμα του που το φρόντιζε και στο σπίτι που το έκτισε με δικιά του έμπνευση και στις θεατρικές παραστάσεις που έστησε και στις παρεμβάσεις στο τοπικό πολιτικό γίγνεσθαι που είχε.

Μου κάνουν εντύπωση οι αφηγήσεις του. Για το σπίτι και την οικογένειά του στην Κεφαλονιά. Για τη φτώχεια, τις πολιτικές διώξεις των δικών του από την αντίδραση, για την Πάτρα, για το μεροκάματο που ρίχτηκε από μικρό παιδί. Για τις πρώτες καλλιτεχνικές ανησυχίες και τη δυσκολία να σπουδάσει στην Καλών Τεχνών. Για το φοιτητικό κίνημα και τις δίκες της ΕΦΕΕ στην οποία συμμετείχε. Για το στρατό και τις περιπέτειές του. Για τους έρωτές του. Για τη δουλειά στο κόμμα και τα μερόνυχτα στη δράση. Για τις αντινομίες, τις αντιπαραθέσεις, τις διαψεύσεις και τις πικρίες που δοκίμασε.

Στην ιστορία αγάπη εξαιρετική. Χάνομαι ώρες – ώρες σε αφηγήσεις του που μοιάζουν με μυθιστορήματα. Ψαγμένες οι πιο παράταιρες πηγές. Μανιώδης στα βιβλία αλλά και με μια βαθιά επισκόπηση εμπειριών δικών του που δένουν σε ένα καμβά μοναδικό. Κι αγάπη πολύ για το αρχαιολογικό ψάξιμο. Ώρες περιπάτου με φίλους και εξερευνήσεις – με τη φαντασία να καλπάζει και όμως να αισθάνεσαι ότι βαδίζεις σε δρόμο καλά σημαδεμένο.

Παρατηρούσα το Μεμά στον κήπο να σκαλίζει τα φυτά, να βάζει πλακάκια, να ταΐζει τις κότες του και τα κουνέλια ή ώρες ατέλειωτες να φτιάχνει στο σιδηρουργείο και στο ξυλουργείο του πόρτες, έπιπλα, καρέκλες. Κι αυτή η μοναξιά μετά το χαμό της Ελένης να μην τον βάζει κάτω – αυτός ξέρει βέβαια τον πόνο του. Κι έπειτα πάλι να κτίζει μόνος τον εκθεσιακό του χώρο, να αναζητά τη λεπτομέρεια ... Αν τον δεις στο δρόμο και ρωτήσεις κάποιον ποιος είναι «ο καλλιτέχνης» δεν θα σου απλοηθεί κανείς. Δεν θα τον ξεχωρίσεις φυσιογνωμικά.

Δεν είναι η φυσιογνωμία μιας ελίτ. Μπορείς να τον περάσεις για αγρότη, για οικοδόμο, για σιδερά. Κι αυτή η φυσιογνωμία που φέρνει του Ήφαιστου έχει βαθιά λαϊκότητα και βαθιά γνώση και καλλιτεχνική αισθητική.

Κι όταν λέω ότι στο έργο του Μεμά εκφράζεται μια τέτοια προσωπικότητα το εννοώ. Φιγούρες γυναικών ψηλόλιγνες και όμορφες, ερωτικές σκηνές, μορφές του αγώνα. Δεν είναι έξω από τον κόσμο. Τον υπερβαίνουν. Αλλά τροφοδοτούνται από ένα γερό γήινο θεμέλιο.

Ο ίδιος ο καλλιτέχνης είναι μια γη που πάλλεται – «παγάν λαλέουσα». Και ποιος αλήθεια μπορούσε καλύτερα να αφηγηθεί μέσα από τη σμίλη του και την παλέτα από εκείνον που αγωνίστηκε για να τα βγάλει πέρα με τη φτώχεια και τις δυσκολίες και από εκείνον που πάλεψε να αλλάξει τον κόσμο; Μόνο αυτός μπορεί να δει πέρα από το σήμερα που μας πληγώνει και να δει τον άνθρωπο όμορφο και γενναίο. Άνθρωπο πραγματικό που κοιτάζει μπροστά και πάνω από τα όρια της μιζέριας. Αυτός είναι ο Μεμάς: ένας διανοούμενος που δεν είναι «δήθεν» και δεν ανήκει σε κλαμπ παρατρεχάμενων της άρχουσας τάξης. Επέλεξε το δρόμο της σύγκρουσης γιατί είναι εργάτης και παιδί του κόμματος της εργατιάς – του ΚΚΕ. Γι’ αυτό τα έργα του δεν είναι νερόβραστα. Είναι έργα που θα γοητεύουν και θα συγκινούν, είναι έργα που θα διδάσκουν.

 

 

"Μεμάς Καλογηράτος" του Νίκου Αλεξίου

Ο Καλογηράτος εκθέτει ένα επιβλητικό αριθμό γλυπτικών του έργων (91 συνολικά) που εκπροσωπούν την πρόσφατη καλλιτεχνική του δημιουργία. Ας μην επιχειρήσει ο επισκέπτης να τον κατατάξει σε κάποια γνωστή μας «γλυπτοθήκη». Να προσδιορίσει μορφολογικά και ιδεολογικά τα κυτταρικά ρεύματα που τον οδηγούν . Γιατί η Γλυπτική του Καλογηράτου είναι πολυδιάστατη. Επεκτείνεται σ’ έναν ευρύτατο εικαστικό χώρο κι αντλεί από πολλές πηγές τις συγκινήσεις του. Ανθολογεί εκφραστικά σύμβολα απ’ τα’ απόμακρο παρελθόν και το απτό σήμερα.

Κι αφυπνίζει κάποιες μνήμες με τις επιμηκύνσεις των έργων του απ’ τον Α. Μοντιλιάνι. Η αισθαντικότητα των γυναικών θυμίζει ήχους από τον Μαγιόλ. Τα κλειστά, ερμητικά, σφιχτά έργα του έχουν κάποιο παρόμοιο βηματισμό με τον Κρομέρ. Γιατί στην έκθεση αυτή συνυπάρχουν έργα, που όσο κι αν είναι διαφορετικής υφής, τελικά αποτελούν μια αυτόνομη πλαστική πραγματικότητα. Τα ενώνει το βαθύτερα δημιουργικό κύτταρο του δημιουργού τους.

Αναφέρομαι σε μερικά για επικύρωση όπως τα υπ’ αριθ. 55,66, 15 έργα του καταλόγου, δεμένα σφιχτά, περιεκτικά, φορτισμένα, που είναι μια δύναμη, μια θέση παρούσα. Σ’ αυτά ανήκει και η μάνα (αριθ. 55), που μέσα σ’ ένα κεφάλι περικλείνει ο Καλογεράτος, την υπομονή, την εγκαρτέρηση, τη γνώση της σκληρής ζωής και την αξία της θυσίας.

Άλλα έργα που μορφοποιούν έννοιες (αριθ. 48-83) σαν το απίθανο «Κορίτσι με το περιστέρι», με το μισχόμορφο μακρύ κορμί, λευκή σαν το περιστέρι, κρατάει μ’ άπειρη αγάπη το πουλί της ειρήνης, σαν την ανώτερη και αξεπέραστη αξία του κόσμου. Ένα άλλο γλυπτό (αριθ. 41) η Νίκη, είναι μια θριαμβική κίνηση, μια υψηλή πορεία προς τη λευτεριά. Υπάρχει ακόμη μια σειρά από πορτραίτα κεφάλια νεανικά, δουλεμένα παραδοσιακά, κι ίσως ψάχνοντάς τα επίμονα ν’ ανακαλύψεις τη μαθητεία του Καλογηράτου κοντά στον Απάρτη. Έξω από τα κατασκευαστικά τους επιτεύγματα, τα κεφάλια αυτά εκπέμπουν κάποια πνευματική απορροή. Το σκληρό υλικό τους ο Καλογηράτος το εμπότισε με τη ζωντανή ακτινοβολία του πνεύματος και του αισθήματος στην άψυχη ύλη που είναι η αποστολή της τέχνης.

Αναφέραμε μερικές κατηγορίες έργων του Καλογηράτου, αλλά πώς να περιδιαβάσεις σ’ όλο τον εκτεταμένο γλυπτικό του χώρο; Πώς να διατρέξεις όλον αυτό το μαγικό κόσμο, το διακοσμητικό, τα παιγνιδίσματα, την κινητικότητά τους, τις ωδίνες της εγκυμοσύνης, όλες δηλαδή τις ψυχικές μετακινήσεις του δημιουργού τους; Γιατί ο Καλογηράτος παρουσιάζει τούτες τις μορφοπλαστικές και αισθητικές μετακινήσεις; Γιατί δεν περιορίζεται θεματικά κι αισθητικά σ’ ένα προσδιορισμένο εικαστικό χώρο;

Γιατί ο Καλογηράτος λειτουργεί ανάλογα με το θέμα του. Είναι δεμένος μ’ αυτό και δέχεται τις παλμικές δονήσεις του, σύμφωνα με τη φύση των πραγμάτων. Το θέμα του επιβάλλει και την «προσήκουσα» μορφή για να επικυρώσει την αξία της αρχαίας ρήσης, πως απ’ όλα τα στοιχεία που συναποτελούν το έργο τέχνης ισχυρότατο και καθοριστικό είναι το περιεχόμενο. «Κρείσσων πάντων μύθος».

Το θεματικό δηλαδή περιεχόμενο συνυποβάλλει και την ανάλογη μορφή που το εκφράζει, που συνταιριάζει με τη σχέση της ψυχής με τα πράγματα. Δεν παρεμβάλλεται ανάμεσα στον Καλογηράτο και στον αρχικό ερεθισμό της οπτικής εμπειρίας καμιά ανάσχεση, καμιά δοσμένη προδιαγραφή.

Γι’ αυτό η αρχική παρόρμηση διατηρεί όλη την ακεραιότητά της, όλη την πρωτογενή ειλικρίνειά της. Αυτή ίσως είναι η βαθύτερη αιτία που η γλυπτική του διατηρεί τη σύνδεσή της με την πραγματικότητα και τον προφυλάσσει να μην κατολισθήσει στον άκρατο υποκειμενισμό. Κι άλλοτε γίνεται λυρική, άλλοτε δυναμικά ρεαλιστική, ανάλαφρη, πνευματοποιημένη, ανάλογα με τις συναισθηματικές δονήσεις που αποκομίζει ο καλλιτέχνης απ’ τις σχέσεις του με τη ζωή και τα πράγματα.

 

"Μεμάς Καλογηράτος - Γλυπτική" της Εύας Δελαβίνια

Από τους πιο δημιουργικούς γλύπτες της γενιάς του, ο Μεμάς Καλογηράτος παρουσίασε μέρος του έργου του στην Αίθουσα Τέχνης Ψυχικού.

Με λιτότητα στη φόρμα και με πρωτεργάτη την κίνηση έδωσε στο απείθαρχο υλικό του ορείχαλκου εικαστική δομή και ελευθερία. Απελευθέρωσε θα έλεγα, το πνεύμα της ύλης έτσι ώστε η ερμηνεία για του τι θέλει να πει ο δημιουργός να μεταφέρεται στον θεατή πολλαπλή. Το κάθε έργο προσκαλεί να του δοθούν διάφορες εξηγήσεις και αφήνει ανοικτό το δρόμο για παραπέρα ερωτηματικά. Αν και η γλυπτική από τη φύση της είναι τέχνη στατική, ο Μεμάς Καλογηράτος εξαφάνισε τη στατικότητα δίνοντας στην τέχνη του την εσωτερική ορμή της ανθρώπινης ανεξαρτησίας.

Ο Μεμάς Καλογηράτος γεννήθηκε στα Πετρικάτα της Κεφαλονιάς το 1940. Σπούδασε γλυπτική στην Α.Σ.Κ.Τ. της Αθήνας. Από τότε τη δουλειά του ακολουθεί μια συνεχή εξελικτική πορεία αναγνωρισμένη τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό όπου έργα του υπάρχουν σε δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές. Από το 1982 εγκατέλειψε την Αθήνα για να εγκατασταθεί μόνιμα στην Κεφαλονιά όπου η ανήσυχη φύση του τον ωθεί, παράλληλα με τη γλυπτική, σε ευρύτερες αναζητήσεις. Ιδρύει την «Κεφαλονίτικη Εταιρεία Καλλιτεχνικής Αναζήτησης» και οργανώνει θεατρική ομάδα δουλεύοντας πάνω στην αρχαία ελληνική τραγωδία.